Καντ: Προλεγόμενα

Immanuel Kant: Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική Μεταφυσική. 

Εισαγωγή - Μετάφραση - Σχόλια Γιάννη Τζαβάρα. Εκδόσεις "Δωδώνη", Αθήνα 1983.

 

ΑΠΟ ΤΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ:

Προοίμιο: Ο ιδιότυπος χαρακτήρας κάθε μεταφυσικής γνώσης

Γενικό ερώτημα των Προλεγομένων: Είναι διόλου δυνατή η Μεταφυσική;

Γενικό ερώτημα των Προλεγομένων: Πώς είναι δυνατή μια γνώση προερχόμενη από καθαρή λογική;

Του κύριου υπερβασιακού ερωτήματος

Πρώτο μέρος: Πώς είναι δυνατά τα καθαρά Μαθηματικά;

Δεύτερο μέρος: Πώς είναι δυνατή η καθαρή Φυσική;

Τρίτο μέρος: Πώς είναι δυνατή η Μεταφυσική εν γένει;

Επίμετρο: Τι μπορεί να γίνει, ώστε να καταστεί πραγματική η Μεταφυσική ως επιστήμη;

 

Ιμμάνουελ Καντ (1724-1804)

Α) Στο κυπριακό περιοδικό «Ζήνων», τεύχος 4-5 (1983-84), σελ. 168, δημοσιεύτηκε η εξής παρουσίαση του Νίκου Ορφανίδη:

Συνεχίζοντας ο Γιάννης Τζαβάρας τη σημαντική μεταφραστική του δουλειά (Σ. Κίρκεγκωρ: Η έννοια της αγωνίας, Μ. Χάιντεγγερ: Είναι και χρόνος κ.ά.) μας δίνει σε μια καλή μετάφραση, που την συνοδεύουν εισαγωγή και σχόλια, το έργο του μεγάλου γερμανού φιλοσόφου Εμμ. Καντ: Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική Μεταφυσική. Χαιρετίζουμε την πιο πάνω έκδοση, όπως και όλες τις καλές εκδόσεις-μεταφράσεις σημαντικών έργων της φιλοσοφίας, που οπωσδήποτε ενισχύουν και ενθαρρύνουν τη φιλοσοφική κίνηση και προβληματική στον τόπο μας.

 

Β) Στο περιοδικό «Ελληνική Φιλοσοφική Επιθεώρηση», τόμος 2 (1985), σελ. 92, δημοσιεύτηκε η εξής παρουσίαση της Νικολίτσας Γεωργοπούλου, Επίκουρης Καθηγήτριας Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών:

Ο Γιάννης Τζαβάρας μεταφράζει αξιόπιστα και ευσυνείδητα τα Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική μεταφυσική του Kant και μας δίνει με την παρούσα έκδοση μια νέα μετάφραση των Προλεγομένων με γλώσσα ανταποκρινόμενη στην καντιανή ακρίβεια, γεμάτη χάρη, αλλά και σαφήνεια.

Του βιβλίου προτάσσεται Εισαγωγή (σελ. 9-17). Εδώ ο μεταφραστής αναφέρεται στο ιστορικό της συγγραφής του παρόντος καντιανού έργου, στη δομή και τα προβλήματα του έργου ως και στον τρόπο της δικής του μεταφραστικής δουλειάς.

Ακολουθεί η μετάφραση (σελ. 21-202). Στο τέλος του βιβλίου υπάρχει πίνακας ελληνικών όρων με τους αντίστοιχους γερμανικούς, γερμανοελληνικό γλωσσάρι και πίνακας κυρίων ονομάτων.

Νικολίτσα Γεωργοπούλου

 

 

Γ) Στην εφημερίδα «Καθημερινή» (11-7-1985) δημοσιεύτηκε η εξής βιβλιοκρισία του Δρ. Φιλ. Νίκου Μακρή:

Καντ ο μεταφυσικός

Ο Καντ υπήρξε μεγάλος μεταρρυθμιστής, αν όχι επαναστάτης, στο χώρο της φιλοσοφίας. Για να κατανοηθεί όμως το μήνυμά του απαιτείται επίμονη και ηρωική, θα έλεγα, αναμέτρηση με τις τρεις «κριτικές» του τουλάχιστο, επίκληση των πηγών του και βασανιστική εξέταση των κύριων θέσεών του, οι οποίες συνοψίζονται στις ακόλουθες: Ο χώρος είναι καθαρή μορφή της εξωτερικής εποπτείας, ο χρόνος καθαρή μορφή της εσωτερικής εποπτείας۰ συνέπεια των βασικών αυτών αρχών του φιλοσόφου είναι η επαναστατική αντίληψη, η σχετική με τα αντικείμενα τα οποία δεν είναι πια «πράγματα καθεαυτά» αλλά φαινόμενα. Αυτό σημαίνει πως η γνώση είναι προσωπικό-υποκειμενικό γεγονός, το οποίο επιτελείται στη σκέψη. Γνωρίζουμε επομένως την εξωτερικότητα όχι όπως είναι «καθεαυτή», αλλά όπως ο χώρος και ο χρόνος μας επιτρέπουν να την γνωρίζουμε, αφού τα δύο ανωτέρω μεγέθη είναι προεμπειρικές μορφές αισθαντικότητας, οι οποίες μάλιστα καθιστούν δυνατή κάθε θετική εμπειρία. Ο Καντ κατέβαλε ηρωικές προσπάθειες για να πείσει τον αναγνώστη ως προς την αλήθεια των απόψεών του για το χώρο και το χρόνο. Ήδη, όμως, τα επιχειρήματά του υπαινίσσονται πως ο μεγάλος μεταφυσικός δεν ήταν σίγουρος. «Εάν η εποπτεία μας ήταν τέτοιας φύσης, ώστε να παρουσιάζει τα πράγματα καθώς είναι καθ’ εαυτά, καμιά εποπτεία δεν θα παραγόταν a priori, παρά θα ήταν πάντοτε εμπειρική… αλλ’ ακόμη και αν παραδεχτούμε ότι αυτό είναι δυνατό…» (σελ. 59). Ωστόσο, σ’ αυτά τα δοσμένα βρίσκεται η αφετηρία του «υπερβατολογικού» (υπερβασιακού κατά τον μεταφραστή) ιδεαλισμού, τον οποίο στα «Προλεγόμενα» αποκαλεί πια «κριτικό».

Η στη συνέχεια διαίρεση των κρίσεων σε a priori αναλυτικές και συνθετικές, στρώνει το δρόμο στη δυνατότητα του πνεύματος να συνθέτει, να κρίνει, να αποφαίνεται. Οι μαθηματικές και οι γεωμετρικές κρίσεις είναι συνθετικές, κι αυτό σημαίνει πως δύο έννοιές τους μας οδηγούν σε μια νέα, την οποία δεν γνωρίζαμε προηγουμένως. Ήδη προβάλλουν οι κατηγορίες του νου για να πορίζουν στην καθαρή λογική τις ιδέες της, για να προσφέρουν δηλαδή τη δυνατότητα στον καθαρό λόγο να αξιολογεί και μεταφυσικά την πραγματικότητα. Σ’ αυτό το σημείο ο Καντ ακολουθεί μέχρι ένα μεγάλο βαθμό τον Αριστοτέλη (όσο κι αν αντιτάσσεται στο ρεαλισμό του) και γενικότερα την παράδοση*. Αν προσέξουμε όμως θα διαπιστώσουμε τη βαθιά συνοχή του συστήματός του και το ποιόν της μεταφυσικής του. Ο μεταφυσικός δεν οφείλει ποτέ να ξεφύγει από τα όρια στα οποία τον τοποθετούν τελεσίδικα οι απριορικές μορφές της προεμπειρικής εποπτείας, οι οποίες ακριβώς καθιστούν δυνατή κάθε θεωρητική αξιολόγηση της γνώσης.

Εδώ ακριβώς πρέπει να τονιστεί πως το πνεύμα έχει έμφυτες συνθετικές ικανότητες, σε σημείο που η μεταφυσική δεν είναι παρά λογική αξιολόγηση των προεμπειρικών αρχών της γνώσης. Παράξενα, οι προεμπειρικές αρχές στηρίζονται στα δοσμένα της αυθεντικότητας και αξιολογούνται υπερεμπειρικά από το λόγο ο οποίος, ωστόσο, δεσμεύεται. «Η καθαρή λογική με τις ιδέες της δεν αποβλέπει σε ιδιαίτερα αντικείμενα που υπερβαίνουν το πεδίο της εμπειρίας, παρά απαιτεί μόνο να υπάρχει πληρότητα στη χρησιμοποίηση του νου μέσα στην περιοχή της εμπειρίας. Αλλ’ αυτή η πληρότητα μπορεί να είναι μόνο πληρότητα των αρχών, όχι των εποπτειών και των αντικειμένων» (σελ. 133). Προεμπειρικές επομένως είναι οι αρχές της καντιανής μεταφυσικής και όχι υπερεμπειρικές. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται η καντιανή πρόκληση η οποία δημιούργησε σχολές (Νεοκαντιανοί του Μαρβούργου, της Βάδης) αλλά και γονιμότατες αντιδράσεις.

Είναι ο Καντ μεταφυσικός; Στο δύσκολο αυτό ερώτημα μπορεί να δοθεί καταφατική απάντηση, αν ληφθεί υπόψη πως οι κύριες αρχές του συστήματός του είναι κατά μέγα μέρος προσωπικές προεκτάσεις των προβληματισμών των Ντεκάρτ, Λοκ, Χιούμ και κυρίως του Μπέρκλεϋ, όσο κι αν ο τελευταίος χαρακτηρίζεται από τον Καντ «δογματικός ιδεαλιστής». Υπάρχει αναμφισβήτητα μια καντιανή μεταφυσική σοφία, λύτρο ακριβό ουσιαστικής αναστροφής με τα κείμενα του φιλοσόφου, η οποία όμως δεν περιορίζει απλά το πεδίο της μεταφυσικής, εντάσσοντάς το στις δυνατότητες των προεμπειρικών αρχών που πορίζονται τις έννοιές τους από την αισθητή εμπειρία۰ το υποτάσσει αμείλικτα στη λογική, για να το «αποκαταστήσει» από τη στιγμή που ο λόγος γίνεται πρακτικός. Ήδη η ηθική φιλοσοφία του Καντ αποκαλύπτει το μεταφυσικό είναι του φιλοσόφου. Υπερβολική ίσως, αλλά σημαντική είναι η διαπίστωση του Μπερντιάεφ: «Δεν είναι αλήθεια να λέμε, πως ο Καντ θέτει ένα τέρμα σε κάθε μεταφυσική۰ απλώς θέτει τέρμα στη μεταφυσική του νατουραλιστικού ορθολογικού τύπου… και αποκαλύπτει τη δυνατότητα της μεταφυσικής που βασίζεται στο υποκείμενο, στη μεταφυσική της ελευθερίας. Υπάρχει μια αιώνια αλήθεια στη διάκριση που σύρει ο Καντ ανάμεσα στην τάξη της φύσεως και στην τάξη της ελευθερίας. Ακριβώς ο Καντ είναι που καθιστά δυνατή την υπαρξιακή μεταφυσική, διότι η τάξη της ελευθερίας είναι πράγματι Ύπαρξη». (Δοκίμιο Εσχατολογικής Μεταφυσικής. Εισαγ., μετ., σχόλ., Χ. Μαλεβίτση, εκδ. Imago, σελ. 52).

Μεταρρυθμιστής των μεταφυσικών αρχών ο Καντ, παραμένει μεταφυσικός, όσο κι αν προσπάθησε να εξαλείψει από τη μεταφυσική έρευνα τις μυστικές αφετηρίες, όσο κι αν αγωνίστηκε να παραμερίσει από το πεδίο της τις αρχέγονες πηγές, καταφεύγοντας στο τέχνασμα των γνωστών «αντινομιών» (Δες Κριτική του Καθαρού Λόγου, εκδ. P.U.F., σελ. 277 κ. εξ.). Ας σημειωθεί πως, όπως κάθε μεγάλος φιλόσοφος, ο Καντ δεν απέφυγε τις αντιφάσεις, τις σκοτεινές επαναλήψεις, τις ασάφειες και τις επαμφοτερίζουσες διευκρινίσεις. Του ήταν αδύνατο να πράξει διαφορετικά, αφού προσπάθησε να προσφέρει στη γενική ιστορία της φιλοσοφίας νέα θεμέλια γνωσιοθεωρίας, θεμέλια τα οποία, όσο κι αν βρίσκονταν σπερματικά σε προηγούμενες ιδεαλιστικές φιλοσοφίες, ανανέωσαν ριζικά τον φιλοσοφικό προβληματισμό.

Φιλόσοφοι ολκής αντιτάχθηκαν στις θέσεις του Καντ, με πρώτο τον μαθητή του Σοπενχάουερ, ο οποίος, αν και υιοθέτησε τις αρχές του δασκάλου, μεταρρύθμισε αρκετές θέσεις του. Ο Έγελος επίσης θα αντικρούσει και στη «Λογική» του και στη «Φαινομενολογία του πνεύματος» κύριες θέσεις του Καντ.

Ο Μπεργκσόν στη διατριβή του «Δοκίμιο για τα άμεσα δοσμένα της συνείδησης» θα αμφισβητήσει το ομογενές του χώρου και του χρόνου, ο Χάιντεγκερ θα προτείνει νέα ανάγνωση του Καντ στο έργο του «Ο Καντ και η μεταφυσική», ενώ οι νεοθωμιστές και οι υπαρξιακοί θα αντιταχθούν στον Καντιανό και καντιανικό προβληματισμό. ΄λες όμως οι αντιρρήσεις αυτές (και τόσες άλλες, τις οποίες δεν μπορούμε να αναφέρουμε σε τούτο το σημείωμα) πείθουν ως προς τον κλασικό χαρακτήρα των αρχών της καντιανής Μεταφυσικής. Οι μεγάλοι φιλόσοφοι δεν λύουν τα κύρια μεταφυσικά προβλήματα, αλλά προσφέρουν δημιουργικά εναύσματα και απαρχές προσωπικής σοφίας που προάγουν τον έρωτα προς τη Σοφία, που ωριμάζουν όλο και περισσότερο την ανθρώπινη αναζήτηση. Ο Καντ ανήκει αναμφισβήτητα σ’ αυτά τα καθαρά ονόματα.

Η μετάφραση του κ. Γιάννη Τζαβάρα, η εισαγωγή του, τα σχόλιά του συνιστούν εργασία πολύ υψηλής στάθμης۰ τον τιμούν ιδιαίτερα ως μεταφραστή, σχολιαστή και άγρυπνο μελετητή της φιλοσοφίας. Ελάχιστες επιφυλάξεις ως προς την απόδοση ορισμένων όρων (μπορετή αντί δυνατή, καθαρή λογική αντί καθαρός λόγος κ.ά.) είναι δευτερεύουσας σημασίας.

Νίκος Μακρής, Δρ. Φ.

* Κριτική επισκόπηση των απόψεων του Καντ και αντιπαράθεσή τους με τις αντίστοιχες θέσεις των μεγάλων Ελλήνων και Ευρωπαίων φιλοσόφων μπορεί να δει ο αναγνώστης στο μελέτημά μου «Κατακερματίζεσθαι την ουσίαν», εκδ. Μήνυμα, σελ. 6-55.

 

 

Δ) Στο περιοδικό «Εποπτεία», τεύχος 81 (1983), σελ. 675-678, δημοσιεύτηκε η εξής βιβλιοκρισία του Κωνσταντίνου Β. Μπουζέα [αποσπάσματα]:

Immanuel Kant: Προλεγόμενα σε κάθε μελλοντική Μεταφυσική

Πρόκειται για το συνοπτικό αλλά και βασικό έργο του Kant, που δημοσιεύτηκε στη Riga το 1783 με τον τίτλο: Prolegomena zu einer jeden Metaphysik, die al Wissenschaft wird auftreten können (Προελγόμενα σε κάθε μελλοντική μεταφυσική, η οποία θα μπορούσε να εμφανισθεί ως επιστήμη), που περιέχει την ουσία της καντιανής φιλοσοφίας, και γράφτηκε κατά μέθοδο αναλυτική, από τα επί μέρους προς τις γενικές αρχές, για να διευκολύνει την κατανόηση του κορυφαίου αλλά και δυσμάθητου έργου της καντιανής γνωσιολογίας: Kritik der reinen Vernunft, Α΄ έκδοση 1781, το οποίο έχει γραφεί κατά μέθοδο συνθετική, από τις γενικές αρχές προς τα επί μέρους. Ενώ δηλαδή η «Κριτική του καθαρού Λόγου» αφορμάται από την ίδια τη δύναμη της γνώσης ως πηγής, τα «Προλεγόμενα» αναχωρούν από τα παράγωγα της γνωστικής δύναμης, τα  καθαρά Μαθηματικά και την καθαρή (θεωρητική) Φυσική.

Στην Εισαγωγή του ο μεταφραστής περιορίζεται σε λίγα βιογραφικά στοιχεία για τον Kant, εκθέτει τη δομή των «Προλεγομένων», τα οποία έχουν ως αφετηρία το ερώτημα για τη δυνατότητα της Μεταφυσικής και την αμφιβολία για την επιστημονική της εγκυρότητα. Η αμφισβήτηση αυτή ξεκινάει από τον Daviv Hume (1711-1776), ο οποίος αμφέβαλε για το κύρος του φυσικού νόμου της αιτιότητας ως a priori σχέσης αιτίας και αιτιατού (αποτελέσματος), και τη θεώρησε ως πλάσμα της έξης, να προτάσσεται κάθε αποτελέσματος μια αιτία. Ο Kant την αμφιβολία του Hume για την αιτιότητα την εισάγει στη Μεταφυσική, δηλαδή σε a priori (προεμπειρικές) έννοιες που πηγάζουν από τον καθαρό λόγο. Τα «Προλεγόμενα» είναι compendium (επιτομή) της «Κριτικής του καθαρού Λόγου». Στις πρώτες πέντε παραγράφους των «Προλεγομένων» (§§ 1-3: Προοίμιο, και §§ 4-5) που αντιστοιχούν στην Einleitung (εισαγωγή) της Α΄ έκδοσης της «Κριτικής του καθαρού Λόγου» ερμηνεύεται η διαφορά συνθετικών και αναλυτικών κρίσεων και συνάγεται ότι η μεταφυσική λειτουργεί με προεμπειρικές συνθετικές κρίσεις, όπως πιστεύει ο Kant ότι συμβαίνει και με τα Μαθηματικά και τη Φυσική. Το βασικό ερώτημα που θέτει ο Kant: Πώς είναι δυνατές αυτές οι κρίσεις, εξακτινώνεται σε τέσσερα επί μέρους ερωτήματα: Πώς είναι δυνατή: α) η καθαρή Μαθηματική, β) η καθαρή Φυσική, γ) η Μεταφυσική γενικά (ως έμφυτη έφεση του ειδέναι), δ) η Μεταφυσική ως επιστήμη.

Ο μεταφραστής αναγνωρίζει ότι αυτής της μεταφραστικής του εργασίας έχει προηγηθεί εκείνη του Χ. Γιερού, στην οποία και στηρίχθηκε, αλλά και τη χαρακτηρίζει δυσνόητη «μέσα στην αρχαΐζουσα γλώσσα της». Εδώ αδικείται ο Χ. Γιερός, γιατί η μετάφρασή του, πολύ επιτυχής, εκτός από ελάχιστα ατοπήματα, με μια εμπεριστατωμένη εισαγωγή και ουσιώδη σχόλια, είναι σε ρέουσα, πολύ κατανοητή καθαρεύουσα. Ο μεταφραστής, ενώ καταλογίζει στον Χ. Γιερό μεταφραστικά falsa, ο ίδιος «καινοτομεί» αυθαίρετα, μεταφράζοντας το βασικό όρο της Μεταφυσικής Vernunft με τον ελληνικό όρο λογική. Η Λογική όμως είναι φιλοσοφική επιστήμη, ενώ ο Λόγος (Vernunft) είναι δύναμη γνωσιακή που υπερβαίνει και αυτή τη νόηση (Verstand). O Kant με τον όρο Vernunft νοεί “Das ganze obere Erkenntnisvermögen(την όλη υπερβασιακή δύναμη της γνώσης). Παρόμοια μεταφραστική αυθαιρεσία έχει κάμει ο κ. Γ. Τζαβάρας και στον όρο-κλειδί Dasein (παρουσία, παρείναι) που τον αποδίδει με το κακότροπο: «εδωνά-Είναι», στο έργο του Heidegger: Sein und Zeit

Η εργασία του κ. Γ. Τζαβάρα, μεταφραστική και ερμηνευτική, είναι ανεπιφύλακτα άξια επαίνου. Η μετάφραση διέπεται από σεβασμό του πρωτοτύπου, γερμανικού κειμένου, τη χαρακτηρίζει ακρίβεια και σαφήνεια, καίτοι έχει να κάμει μ’ ένα εννοιολογικά βαρύ έργο. Τα πλούσια σχόλια μαρτυρούν ευρεία χρήση πηγών και βοηθημάτων, που θα μπορούσαν να συνθέσουν μια ενημερωτική βιβλιογραφία, η οποία δυστυχώς λείπει, όπως λείπει και μια περιεκτική της φιλοσοφίας του Kant Εισαγωγή, με μια αντίστοιχη κριτική της «Κριτικής του καθαρού Λόγου», επιτομή της οποίας είναι τα «Προλεγόμενα».

Κ. Β. Μπουζέας